Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009

Εγκωμιαστικός Λόγος του εν Αγίοις Πατρός ημών Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού "Είς το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου" μέρος πέμπτον


9. «Αμπέλι καλοκλήματο» εφύτρωσε απ’ την Άννα, κι έβγαλε ανθό σταφύλι γλύκα, πιοτό θεϊκό, να το πιουν οι χωματένιοι άνθρωποι να ζήσουν στον αιώνα. Ο Ιωακείμ και η Άννα δοθήκανε σπορά «δικαιοσύνης» και θερίσανε «καρπό ζωής». Φωτισθήκανε με το «φως της γνώσεως» και ψάξανε να βρουν τον Κύριο, και τους βρήκε καρπός δικαιοσύνης. Ας θαρρέψει η γη και «γιομίστε χαρά τα παιδιά της Σιών για τον Κύριο και Θεό σας», γιατί πρασίνισε η έρημος. Η στείρα καρποφόρησε. Ο Ιωακείμ και η Άννα σα μυστικές κορφές βουνών σταλάξαν γλύκα. Νιώσε χαρά, ευλογημένη Άννα, γιατί γέννησες κορίτσι. Γιατί αυτό το κορίτσι θα γίνει μάνα του Θεού, πύλη του φωτός, πηγή της ζωής, και θα εξαφανίσει το έγκλημα της γυναίκας.

Το πρόσωπο του κοριτσιού αυτού «θα ικετεύσουν οι πλούσιοι του λαού». Το κορίτσι τούτο θα προσκυνήσουν οι βασιλιάδες των εθνών προσφέροντας δώρα. Το κορίτσι τούτο θα οδηγήσεις στο Θεό, στο βασιλιά των όλων, ντυμένο στα «χρυσά κρόσσια» τα στολίδια των αρετών, και στολισμένο με τη χάρη του Πνεύματος, κι «η δόξα του από μέσα». Γιατί αν δόξα κάθε γυναίκας είναι ο άντρας που στέκεται στο πλάι της, της Παναγίας η δόξα είναι από μέσα, ο καρπός των σπλάγχνων της.

Κορίτσι ποθητό και τρισευλογημένο· «ευλογημένη μέσα απ’ όλες τις γυναίκες συ, κι ευλογημένος ο καρπός των σπλάχνων σου». Κορίτσι, θυγατέρα του βασιλιά Δαβίδ, και μάνα του βασιλιά των όλων, του Θεού. Θεϊκό κι ολοζώντανο άγαλμα, η ευφροσύνη του Θεού που σ’ έπλασε, πούχεις το πνεύμα σου θεοκυβέρνητο και μόνο στο Θεό γυρνάς την προσοχή σου. Κάθε σου πόθος στρέφει στον μόνο ποθητό κι αγαπημένο. Τον θυμό σου χύνεις μοναχά στην αμαρτία και σ’ αυτόν που γέννησε την αμαρτία. Εζούσες ζωή ανώτερη από τη φύση. Όχι ζωή δική σου, γιατί εσύ δεν εγεννήθηκες για σένα. Για τον Θεό λοιπόν εζούσες, γι’ Αυτόν ήλθες στη ζωή, Αυτόν πιστά να υπηρετήσεις στην παγκόσμια σωτηρία, για να πληρωθεί η «προαιώνια απόφαση» του Θεού, η σάρκωση του Λόγου και η δική μας θέωση. Η όρεξή σου με θεϊκά να τρέφεσαι λόγια, και με το χυμό τους να δυναμώνεις, σαν «ελιά ολόκαρπη στο σπίτι του Θεού, σα δένδρο, που φυτεύθηκε στην ακροποταμιά» του Πνεύματος, σα δένδρο της ζωής, που καρποφόρησε στον καιρό πούχε από το Θεό ταχθεί, Θεό ενσαρκωμένο, την αιώνια ζωή για τα πλάσματά Του όλα. Κρατάς κάθε λογισμό που τρέφει κι ωφελεί την ψυχή, και ρίχνεις πέρα, πριν καν το δοκιμάσεις, κάθε τι που άχρηστο σου είναι και βλαβερό. Μάτια «για πάντα στον Κύριο δοσμένα» βλέπουν το αιώνιο κι «απλησίαστο φως». Αυτιά που ακούνε το θεϊκό λόγο κι ευφραίνονται με την κιθάρα του Πνεύματος, που από μέσα τους πέρασε ο Λόγος για να σαρκωθεί. Ρουθούνια γοητευμένα με την ευωδιά των αρωμάτων του Νυμφίου, που άρωμα θεϊκό ξεχύνεται ελεύθερα και χρίει την ανθρώπινή Του φύση. «Άρωμα που χύθηκε τ’ όνομά σου» λέγει η αγία Γραφή. Χείλη που δοξολογούν τον Κύριο και μένουν κολλημένα στα δικά Του χείλη. Η γλώσσα κι ο ουρανίσκος που ξέρουν να διακρίνουν τα λόγια του Θεού και με τη θεϊκή τους να χορταίνουν γλύκα. Καρδιά καθαρή κι αμόλυντη, που βλέπει και ποθεί τον αόρατο Θεό.

Σπλάχνα, που μέσα τους ήρθε να κατοικήσει ο αχώρητος, και στήθος, που με το γάλα του, τράφηκε ο Θεός, ο Ιησούς παιδί. Πύλη του Θεού παρθενική για πάντα. Χέρια, που κράτησαν τον Θεό, και γόνατα, που γίνηκαν θρονί ψηλότερο κι από τα χερουβίμ. Μ’ αυτά στερεώθηκαν τα «παράλυτα χέρια και τ’ αδύνατα πόδια». Πόδια οδηγημένα, σα με λυχνάρι φωτεινό, από το νόμο του Θεού, τρέχουν στο κατόπι Του ανεπίστροφα, ώσπου κι ετράβηξαν τον Ποθητό σ’ αυτή που Τον ποθούσε. Μ’ όλο το είναι σου δωμάτιο νυφικό του Πνεύματος, πόλη του ζωντανού Θεού, που «ευφραίνουν τα ρέματα του ποταμού», τα κύματα δηλ. των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος: Πεντάμορφη και πολυαγαπημένη του Θεού. Γιατί, αφού ξεπέρασε τα χερουβίμ κι ανέβηκε ψηλότερα κι από τα σεραφίμ, έγινε πραγματικά του Θεού η πολυαγαπημένη.

10. Θαύμα, το πιο τρανό απ’ όλα τα θαύματα! Γυναίκα να βρίσκεται πάνω από τα σεραφίμ, κι αυτό γιατί ο Θεός φανερώθηκε «λιγάκι πιο χαμηλά απ’ τους αγγέλους». Σώπα, Σολομώντα πολύσοφε, και μη λες: «Τίποτα καινούργιο κάτω από τον ήλιο». Παρθένε θεοχαρίτωτε, άγιε ναέ του Θεού, που ο πνευματικός Σολομώντας, ο άρχοντας της ειρήνης, σ’ έχτισε και σ’ έκανε ενδιαίτημά του, ναέ, που δε στολίζεσαι με χρυσάφι κι άψυχες πέτρες, αλλά λαμποκοπάς αντί χρυσάφι Άγιο Πνεύμα· κι αντίς γι’ άλλα ακριβά πετράδια έχεις το πολύτιμο μαργαριτάρι, τον Χριστό, τον άνθρακα της θεότητας. Αυτόν παρακάλεσε ν’ αγγίξει τα χείλη μας, για να μπορούμε αγνισμένοι να Τον υμνήσουμε μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ανακράζοντας: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ», μια φύση της θεότητας με τρία πρόσωπα. Άγιος ο Θεός και Πατέρας, που ευδόκησε μέσα σε σένα και από σένα να τελεσιουργηθεί το μυστήριο, που είχε προκαθορίσει πριν από τους αιώνες. Άγιος ισχυρός, ο Γιος του Θεού και Θεός ο Μονογενής, που σήμερα ενεργεί τη γέννησή σου από στείρα μάνα, για να γεννηθεί αυτός που ήταν μονογενής από Πατέρα και «πρωτογέννητος απ’ ολόκληρη την πλάση», μονογενής κι από σένα Παρθένα μάνα, πρωτογέννητος «ανάμεσα σ’ αδέρφια πολλά», ίδιος μ’ εμάς, Κοινωνός χάρη σε Σένα στη «δική μας σάρκα και στο δικό μας αίμα». Ωστόσο δεν σ’ άφησε να γεννηθείς κι εσένα μόνο από πατέρα ή μόνο από μητέρα, για να κρατήσει το προνόμιο της μοναδικής γεννήσεως, ο μοναδικός σ’ όλα του μονογενής. Αυτός είναι στ’ αληθινά ο μοναδικός μόνο από Πατέρα και μοναδικός μόνο από μητέρα. Άγιος αθάνατος, το Πανάγιο Πνεύμα, που με τη δροσιά της θεότητάς Του σε κράτησε άβλαβη από τη θεϊκή φωτιά. Γιατί αυτό προέλεγε αινιγματικά η βάτος του Μωυσή.

11. Χαρά σε σένα πύλη προβατική, τρισάγιε ναέ της μητέρας του Θεού. Χαρά σε σένα πύλη προβατική, προγονική κατοικία της βασίλισσας. Χαρά σε σένα πύλη προβατική, κάποτε μαντρί των προβάτων του Ιωακείμ, τώρα της λογικής ποίμνης του Χριστού, μίμηση τ’ ουρανού, Εκκλησία. Πύλη, που κάποτε μια φορά το χρόνο δεχόσουνα τον άγγελο του Θεού, που ταράσσοντας το νερό, έδινε σ’ έναν άρρωστο τη δύναμη και το γιάτρευε. Τώρα έχεις στρατιές από δυνάμεις αγγέλων, που δοξολογούν μαζί με μας τη Μάνα του Θεού, την άβυσσο των θαυμάτων, την πηγή που γιατρεύει όλους τους ανθρώπους. Μάνα Θεού, που δέχθηκε όχι άγγελο υπηρέτη, αλλά τον Άγγελο της μεγάλης βουλής, που κατέβηκε πάνω στο ποκάρι αθόρυβα σαν άφθονη βροχούλα καλοσύνης, και ξανάφερε όλη την αρρωστημένη μας φύση, που κατρακυλούσε στο χαμό, σ’ ακλόνητη υγεία και σ’ αγέραστη ζωή. Χάρη σ’ Αυτόν ο παράλυτός σου έτρεξε πηδώντας σαν ελάφι. Χαρά σε σένα τίμια προβατική πύλη, η χάρη σου ν’ αυξάνει.

Χαρά σε σένα Μαρία, ολόγλυκο κοριτσάκι της Άννας. Σε σένα με παρασύρει πάλι η λαχτάρα της αγάπης. Πώς ν’ αναπαραστήσω το όλο σεμνότητα βάδισμά σου; Πώς το ντύσιμό σου; Πώς το πρόσωπό σου, το χαριτωμένο; Φρονιμάδα μεγάλης σε σώμα νέας. Ντύσιμο ευγενικό χωρίς εκζήτηση και μαλθακότητα. Βήμα συγκρατημένο, χωρίς βιασύνη και χωρίς νωθρότητα. Το σοβαρό ύφος, που γλύκαινε κάποια ιλαρότητα, κρατημένο πάντα μακριά από τους άντρες. Κι απόδειξη ο φόβος που σ’ έζωσε με την απροσδόκητη προσφώνηση του αγγέλου. Πρόθυμη κι υπάκουη στους γονείς σου· κρατούσες το πνεύμα της ταπεινώσεως στις πιο μεγάλες αποκαλύψεις. Τα λόγια σου καλοσυνάτα έβγαιναν από ήρεμη ψυχή. Και τι χρειάζονται τα πολλά λόγια, άξια να κατοικήσει μέσα σου ο Θεός! Με το δίκιο τους σε καλοτυχίζουν όλες οι γενεές, σένα την πιο διαλεχτή δόξα των ανθρώπων. Καμάρι των κληρικών, ελπίδα των χριστιανών, στήριγμα βασιλιάδων, πολύκαρπη φύτρα της παρθενίας, γιατί από σένα απλώθηκε πλατιά η ομορφιά της παρθενίας. «Απ’ όλες τις γυναίκες συ η ευλογημένη κι ευλογημένος ο καρπός των σπλάχνων σου». Ευλογημένοι είναι όσοι σ’ αναγνωρίζουν Θεοτόκο, και μένουν στην κατάρα όσοι σ’ αρνιούνται.

12. Ιερό ζευγάρι, Ιωακείμ και Άννα, δεχθείτε από μένα τούτη την ομιλία στα γενέθλια της Μαρίας. Κόρη του Ιωακείμ και της Άννας και Δέσποινά μου, δέξου τα λόγια του αμαρτωλού δούλου σου, που ο πόθος όμως τον καίει κι απόκτησε Σένα μοναδική ελπίδα χαράς, προστάτισσα του βίου του. Και μεσίτριά του κοντά στο Παιδί σου και σίγουρο αρραβώνα για τη σωτηρία του. Σκόρπισε πέρα το βαρύ φορτίο των αμαρτιών μου, και διάλυσε το σύγνεφο, που μου σκοτίζει το μυαλό και το παχύ στρώμα της ύλης. Σταμάτησε τους πειρασμούς και κυβέρνησε μ’ επιτυχία τη ζωή μου, και, παίρνοντάς με απ’ το χέρι, οδήγησέ με ψηλά στην ουράνια ευτυχία, και στον κόσμο σου δώσε δώρο την ειρήνη. Και σ’ όλους τους κατοίκους της πόλεώς μας, τέλεια τη χαρά και την αιώνια σωτηρία, με τις παρακλήσεις των γονιών σου κι όλων των ανθρώπων της εκκλησίας. Ας γίνει έτσι! Ας γίνει!

«Χαρά σε σένα, ολόχαρη, ο Κύριος μαζί σου, ευλογημένη συ ανάμεσα σ’ όλες τις γυναίκες, κι ευλογημένος ο καρπός των σπλάγχνων σου», ο Ιησούς Χριστός, ο Γιος του Θεού. Σ’ αυτόν η δόξα μαζί και στον Πατέρα και στ’ Άγιο Πνεύμα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΗΓΗ:Από το Θαυμάσιο βιβλίο «Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ», Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, έκδοση Αποστολικής Διακονίας, Β΄ έκδοση 1990, σελ. 65-99.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου