Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Στο Χρυσόστομο


Πατρίδα σου, οι «Συριάδες οι Αθήνες».
Και θαυμαστές σου, ο Λιβάνιος κι η οικουμένη όλη.
Και ο Δικέφαλος, σε πήρε στα φτερά του
Και σ’ έφερε Αρχιεπίσκοπο στην Πόλη…

Κι εκεί της αδικίας είδωλα πολλά:
Ο μαμωνάς, η εξουσία και ο νόμος…
Κι εσύ των εξαθλιωμένων η φωνή
Και της Δικαιοσύνης o αδέκαστος ο οικονόμος….

Κι όσο περσότερο άπλωνες εσύ
Του λόγου και του δίκιου τη σαγήνη,
Τόσο ανύσταχτα το δίχτυ του χαμού
Έπλεκαν ολοτρίγυρά σου εκείνοι.

Κι οι δεσποτάδες; Πρωτεργάτες του κακού!
Φίδια φαρμακερά κι άγριοι λύκοι.
Κι οι φίλοι σου οι επίσκοποι;
Πιστοί! μ’ αδύναμοι και πολύ λίγοι…

Κι η εξουσία; Η αποθέωση της ύψιστης αβελτηρίας!
Σατανικά συνταιριασμένη κι επικίνδυνα
Με τις λοιπές διαστροφές της εξουσίας:
Κάρφος αχύρου ανεμόδαρτο μες στον τυφώνα
Των δεσποτάδων της αδίστακτης της κακουργίας.

Και του λαού τα πλήθη; Ανυπεράσπιστα!
στο έλεος του φόβου και του τρόμου.
Ν’ αντιμετωπίζουν αποφασισμένα κι απροσκύνητα
Την άγρια σφαγή και την απανθρωπιά του νόμου…

Κι ως οι κακούργοι εξόρισαν τον άγγελο της Εκκλησίας,
Τον ορφανό ναό της Άγιας έκαψ’ ο λαός Σοφίας
Και το περίλαμπρο το μέγαρο Της Γερουσίας.

Κι εσύ της εξορίας το δρόμο πήρες τον πικρό
Με τους αμείλικτους κι εγκάθετους φρουρούς σου
Αβάσταχτο να κάνουν το δυσβάστακτό σου το σταυρό,
Που σου φορτώσαν οι εργολάβοι του χαμού σου.

Πρώτα της Αρμενίας η Κουκουσός
Και ύστερα τα Κόμανα του Πόντου,
Που άφησες την τελευταία σου πνοή,
Θύμα της ύψιστης βλακείας και του φθόνου.

Μα, όταν πέρασαν χρόνια πολλά,
Τα κόκαλά σου ευδόκησαν να επαναπατρίσουν…
Κι εκεί στις λάρνακες των δολοφόνων σου ανάμεσα
«Σεμνά και ταπεινά» να τα φιλοξενήσουν…

Για να θυμίζουν έτσι ακόμη μια φορά
Τους λόγους τους αθάνατους και τους μοιραίους,
Που βροντοφώναξε ο Χριστός κατάμουτρα,
Παραμονές του Πάθους του, στους φαρισαίους:

Τους δολοφονημένους Άγιους πως περίλαμπρα τιμούνε,
Για να ’χουν πάντοτε το άλλοθι τους ζωντανούς,
Νόμιμα και ξεδιάντροπα να τους δολοφονούνε…


παπα-Ηλίας Υφαντής

1 σχόλιο: