Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Οικ.Πατριάρχης Βαρθολομαίος " Ὁ παράδεισος εἶναι ἡ οὐδέποτε ἐκπίπτουσα ἀγάπη".

φωτογραφία:Νικόλαος Μαγγίνας


"...Η παιδεία ὀφείλει σήμερον νά ἀρθρώση τό ὅραμα ἑνός μετοχικοῦ πολιτισμοῦ, νά μεταδίδῃ εἰς τήν νέαν γενεάν τήν ἀλήθειαν τῆς ζωῆς ὡς σχέσιν, νά ὑπενθυμίζῃ ὅτι ἡ ἐσχάτη ἀλλοτρίωσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τό κλείσιμον εἰς τόν ἑαυτόν του. Ἡ αὐθεντική παιδεία ὀφείλει νά εἶναι ὁλιστική. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἐνδιαφερώμεθα διά τό ἀνθρώπινον πρόσωπον καί νά ἀδιαφορῶμεν διά τό φυσικόν περιβάλλον, τόν οἶκον καί τό πλαίσιον ζωῆς τοῦ προσώπου. Δέν νοεῖται οἰκολογική ἀγωγή, ἡ ὁποία θά ἀνεφέρετο μόνον εἰς τήν σχέσιν ἡμῶν μέ τό περιβάλλον καί δέν θά ἀνέπτυσσε τήν κοινωνικήν εὐαισθησίαν καί ἀλληλεγγύην, τόν σεβασμόν πρός τήν ἐλευθερίαν τοῦ προσώπου. Εἶναι προφανές ὅτι ἡ ἀντιμετώπισις τῆς πολυδιαστάτου κρίσεως, ἡ ὁποία ἀπειλεῖ ὄχι μόνον τήν ἐλευθερίαν ἡμῶν, τό εὖ ζῆν, ἀλλά ἀκόμη καί τήν ἐπιβίωσιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τό ζῆν, ἀπαιτεῖ πολύπλευρον κινητοποίησιν, πολιτικήν, ἐπιστημονικήν, παιδαγωγικήν, πνευματικήν. Πρωτίστως ὅμως ἀπαιτεῖ τήν ἀνάπτυξιν ἑνός νέου ἤθους, μιᾶς νέας ἀξιολογίας, ἀλλαγήν νοοτροπίας, μετάνοιαν. Ἡ θεραπεία τῶν συμπτωμάτων εἶναι εὐεργετική, δέν ἀρκεῖ ὅμως, ἐφ᾿ ὅσον τό πνεῦμα τοῦ ἔχειν παραμένει ἄθικτον. Ἡ προσωποκεντρική παράδοσις τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκαλλιέργησε καί διέσωσε βαθεῖαν καί πολύτιμον ἀνθρωπολογικήν γνῶσιν καί πρᾶξιν εἰς τήν ὑπεράσπισιν τῆς ἀπολύτου προτεραιότητος τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί εἰς τήν ἀντίστασιν εἰς ὅλας ἐκείνας τάς δυνάμεις πού τό ἀπειλοῦν. Δέν εἶναι κατά ταῦτα διόλου τυχαῖον τό γεγονός ὅτι ἡ ὀρθόδοξος θεολογική πρωτοπορία συναντᾶται καί συμπορεύεται σήμερον μέ ἀνθρωπιστικά, κοινωνικά, εἰρηνιστικά καί οἰκολογικά κινήματα, τά ὁποῖα ἀντιστέκονται εἰς τόν πολιτισμόν τοῦ ἔχειν, εἰς τήν ἐκμετάλλευσιν καί τήν ἀδικίαν, εἰς τήν βίαν καί τόν πόλεμον, εἰς τήν κτητικήν στάσιν ἔναντι τῆς κτήσεως. Ἀπό τήν σκοπιάν τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ἀνήκει τό μέλλον εἰς τόν δυτικογενή ἀκοινώνητον ἀτομοκεντρισμόν, εἰς τόν ὑποκειμενισμόν καί τόν δικαιωματισμόν, οὔτε εἰς τόν ἄνθρωπον ὡς εὐδαιμονιστικήν καταναλωτικήν μονάδα.
Δέν ἀποτελεῖ θετικήν προοπτικήν διά τήν ἀνθρωπότητα ὁ τεχνοπωλιακός ἄνθρωπος, ὁ homo computer, ὁ ὁποῖος ὑπερεκτιμᾷ τήν δύναμιν τῆς μηχανῆς καί τήν ἐμβέλειαν τῶν ἀριθμῶν, ὁ ἄνθρωπος πού ταυτίζει τό optimum μέ τό maximum.
Δέν ἔχει κανένα μέλλον ὁ ἄνθρωπος «maître et possesseur de la nature», ὁ ὁποῖος ζῇ εἰς βάρος τῆς φύσεως καἰ τῶν μελλοντικῶν γενεῶν.
Δέν ἐξασφαλίζει οὔτε τό ζῆν οὔτε τό εὖ ζῆν ὁ οἰκονομισμός, ἡ παντοκρατορία τῶν οἰκονομικῶν κριτηρίων, τό δίκαιον τῆς πυγμῆς.
Τό μέλλον ἀνήκει εἰς τόν σχεσιακόν πολιτισμόν τοῦ προσώπου, ὁ ὁποῖος βλέπει τόν ἄνθρωπον ὡς κοινωνόν, πάντοτε ἐν σχέσει πρός τόν συνάνθρωπον καί τόν κοινόν οἶκον, τόν κόσμον.
Ὁ πολιτισμός τοῦ προσώπου εἶναι πολιτισμός ἀλληλεγγύης καί κοινωνίας, σχέσεως καί διαλόγου.
Ὁ ἄνθρωπος – κοινωνός δέν ἀπορρίπτει τήν ἐπιστήμην καί τήν τεχνολογίαν, ἀλλά τόν ἐπιστημονισμόν καί τό τεχνοπώλιον, δέν φοβεῖται τήν ἀλλαγήν καί τήν πρόοδον ἀλλά τόν ἀλλοτριωτικόν προοδευτισμόν. Ἡ τεχνολογία καί ἡ ἐπιστήμη πρέπει νά παραμείνουν μέσον καί νά μή καταστοῦν πλαίσιον τῆς ζωῆς μας. Τό ζητούμενον εἶναι μία νέα οἰκολογική οἰκονομία, πού θά σέβεται τήν βιοποικιλότητα, μέ τήν ὁποίαν συναρτᾶται ἡ ἐπιβίωσις τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Δέν νοεῖται βιώσιμος οἰκονομική ἀνάπτυξις, ἡ ὁποία θά ὑπεβάθμιζε τό περιβάλλον. Τό μέλλον τοῦ πολιτισμοῦ εἶναι ἤ οἰκολογικόν ἤ ἀνύπαρκτον.
Κυρίαι καί Κύριοι, Ἀπολαμβάνομεν ἅπαντες τούς καρπούς τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας, ἀγωνιῶμεν ὅμως διά τήν ἀπειλουμένην ἐλευθερίαν μας, διά τάς πολυτίμους παραδόσεις πού χάνονται, διά τό φυσικόν περιβάλλον πού καταστρέφεται. Ἀπαιτεῖται ἐγρήγορσις! Καμμία ἐπιστημονική κατάκτησις δέν ἐπιτρέπεται νά θίξῃ τό ἀνθρώπινον πρόσωπον. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἐμπιστευθῶμεν τό μέλλον εἰς τούς ἀκραίους τεχνοκράτας, εἰς ἀνθρώπους χωρίς ἀνθρωπολογικόν προβληματισμόν, εἰς αὐτούς πού βλέπουν τόν ἄνθρωπον ὡς μηχανήν ἤ ὡς μετρήσιμον μέγεθος. Διότι δέν ὑπάρχει μόνον ἡ μετρήσιμος πραγματικότης. Ὑπάρχει ἡ διάστασις τοῦ βάθους τῶν πραγμάτων, τό μυστήριον, τό νόημα, ἡ ὀμορφιά. Ὑπάρχει ἡ ἐλευθερία, πού ἀντιστέκεται εἰς κάθε προσπάθειαν ἀντικειμενοποιήσεως ἤ «ἐπιστημονικῆς» προσεγγίσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Τά «θαύματα» τῆς ἐπιστήμης δέν ἐξηφάνισαν τάς ἀπορίας τῆς ἐλευθερίας μας, δέν ἐγεφύρωσαν τό χάσμα μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς ἐντός ἡμῶν. Συνεχίζομεν νά ἀναζητῶμεν νόημα ζωῆς, νά θελγώμεθα ἀπό τήν ὀμορφιάν, νά ἀφουγκραζώμεθα τήν φωνήν τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ φιλοσοφία συνεχίζει νά στοχάζεται τό Καθόλου, νά τρέφεται ἀπό τό θαυμάζειν, ἀπό τάς ὑπαρξιακάς ἀντιφάσεις τοῦ ἀνθρωπίνου εἶναι. Ὑπάρχει ὁ θρησκευτικός συγκλονισμός ἀπέναντι εἰς τό mysterium tremendum et fascinans, ἡ πίστις εἰς τόν προσωπικόν Θεόν, ἡ οὐ καταισχύνουσα ἐλπίς καί ἡ μακαρία ἀγάπη, ὑπάρχει ὁ πόθος τῆς αἰωνιότητος. Ἡ ἐπιστήμη ἠμπορεῖ νά παρατείνῃ τήν ζωήν μας, δέν δύναται ὅμως νά ἀπαντήσῃ εἰς τήν ἀναζήτησιν νοήματος πέραν ἀπό τόν θάνατον. Θέλγει ἡ τέχνη, ἡ ὁποία μεγαλώνει τό μυστήριον τοῦ κόσμου καί ἀναδεικνύει τό ὡραῖον, γοητεύει ἡ ποίησις, ἡ ὁποία, ὅπως ἔλεγεν ὁ Ὀδυσσεύς Ἐλύτης, εἶναι ὁ μόνος χῶρος «ὅπου ἡ δύναμη τοῦ ἀριθμοῦ δέν ἔχει πέραση». Ἡ ἐπιστήμη εἶναι μεγάλη δύναμις, παντοδύναμος ὅμως δέν εἶναι. Διά τόν λόγον αὐτόν ὁ Freud ἠστόχησεν ὅταν ὑπεστήριξεν ὅτι πέραν τῆς ἐπιστήμης ὑπάρχει μόνον αὐταπάτη. Δέν εἶναι διόλου αὐταπάτη νά ἀναμένωμεν ἀπό ἀλλοῦ τάς λύσεις πού ἀδυνατεῖ νά μᾶς δώσῃ ἡ ἐπιστήμη. Ὁ ἄνθρωπος δέν δύναται νά εὕρῃ τήν ἀληθινήν ζωήν ὅπου θέλει καί ὅπως ἐκεῖνος θέλει. Δέν ὑπάρχει ἐλευθερία χωρίς τήν ἀλήθειαν ἤ ἔξω ἀπό τήν ἀλήθειαν. «Ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν. 8, 32). Ἡ ἀλήθεια πού ἐλευθερώνει εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ ἐλευθερία, ἡ σχέσις μέ τόν Χριστόν, ἡ ὁποία βιώνεται ὡς πίστις καί ἀγάπη, πίστις εἰς τόν Τριαδικόν Θεόν καί ἀγάπη πρός τόν πλησίον.
Εἰς τό κέντρον τῆς θεολογικῆς ἀνθρωπολογίας εὑρίσκεται ἡ πεποίθησις ὅτι ἡ κόλασις δέν εἶναι ὁ ἄλλος, ἀλλά ἡ ἀπόρριψις τοῦ ἄλλου, ἡ σχάσις καί ἡ αὐτάρκεια, ὁ φόβος νά ἀγαπῶμεν. Ὁ παράδεισος εἶναι ἡ οὐδέποτε ἐκπίπτουσα ἀγάπη.
«Ἡ ἀγάπη ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι… ὁ μή ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τόν Θεόν… Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α’ Ἰωάν. 4, 7 – 8• 16 – 17).


(Απόσπασμα της ομιλίας του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου κατα την αναγόρευσή του σε Επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου