Αρνησίκοσμος παις λιπών γης καλύβαν,
Eν Ουρανοίς έπηξε καινήν καλύβαν.
Oύτος είχε πατρίδα την Κωνσταντινούπολιν, υιός ων, πατρός μεν, Ευτροπίου συγκλητικού, μητρός δε, Θεοδώρας, κατά τους χρόνους Λέοντος του Mεγάλου εν έτει υξ΄ [460].
Ούτος λοιπόν εν τη αρχή της ηλικίας του, και από αυτό ακόμη το σχολείον των γραμμάτων, ανεχώρησε κρυφίως από τους γονείς του και από τους διδασκάλους του, και σμίξας με ένα Μοναχόν, επήγεν εις το Μοναστήριον των Aκοιμήτων και ενεδύθη το σχήμα των Μοναχών.
Eκεί δε εσυνείθισε να γυμνάζη τον εαυτόν του ο τρισμακάριστος, με μίαν δίαιταν πολλά σκληράν.
Eπειδή δε ο Διάβολος ενωχλούσε τον νέον με την προς τους γονείς του αγάπην, διά τούτο ο Άγιος πολεμεί και νικά τον εχθρόν.
Πώς, και με τι τρόπον;
Aφ’ ου ο Όσιος εφανέρωσε τα περί αυτού εις τον καθηγούμενον της Μονής, εζήτησεν άδειαν από αυτόν να γυρίση οπίσω εις τους γονείς του.
Και λοιπόν λαβών ευχήν από όλην την αδελφότητα, πηγαίνει αγνώριστος εις τον οίκον του πατρός του με σχήμα πτωχικόν,
και με ευτελέστατα φορέματα.
Όθεν ωσάν ένας ζήτουλας, λαβών από τον πατέρα του ολιγώτατον τόπον, έμπροσθεν της πόρτας του οίκου των, εκεί έκτισε μίαν καλύβην, και επέρνα την ζωήν του, φυλάττων εαυτόν αγνώριστον.
Και μάλιστα όταν έβλεπε τον πατέρα του και την μητέρα του, οπού επερνούσαν έμπροσθέν του με κοσμικήν φαντασίαν.
Ου μόνον δε εστενοχωρείτο ο αοίδιμος εις την μικράν εκείνην καλύβην, αλλά και το χειρότερον, επεριπαίζετο
και εσπρώχνετο από τους εδικούς του δούλους.
Αφ’ ου λοιπόν διεπέρασεν εκεί τρεις χρόνους με πολλήν εγκράτειαν και στενότητα, επρογνώρισε την προς Θεόν εκδημίαν και κοίμησίν του.
Όθεν εκάλεσε την μητέρα του, και εγνωρίσθη εις αυτήν διά μέσου του χρυσοκατασκευάστου Ευαγγελίου, το οποίον οι γονείς του εκατασκεύασαν δι’ αυτόν, όταν ήτον ακόμη παιδίον εις το σχολείον.
Και μετά την γνωριμίαν, ευθύς εκοιμήθη ο μακάριος
και απήλθε προς Κύριον.
πηγή:
Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού.
Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005
Eν Ουρανοίς έπηξε καινήν καλύβαν.
Oύτος είχε πατρίδα την Κωνσταντινούπολιν, υιός ων, πατρός μεν, Ευτροπίου συγκλητικού, μητρός δε, Θεοδώρας, κατά τους χρόνους Λέοντος του Mεγάλου εν έτει υξ΄ [460].
Ούτος λοιπόν εν τη αρχή της ηλικίας του, και από αυτό ακόμη το σχολείον των γραμμάτων, ανεχώρησε κρυφίως από τους γονείς του και από τους διδασκάλους του, και σμίξας με ένα Μοναχόν, επήγεν εις το Μοναστήριον των Aκοιμήτων και ενεδύθη το σχήμα των Μοναχών.
Eκεί δε εσυνείθισε να γυμνάζη τον εαυτόν του ο τρισμακάριστος, με μίαν δίαιταν πολλά σκληράν.
Eπειδή δε ο Διάβολος ενωχλούσε τον νέον με την προς τους γονείς του αγάπην, διά τούτο ο Άγιος πολεμεί και νικά τον εχθρόν.
Πώς, και με τι τρόπον;
Aφ’ ου ο Όσιος εφανέρωσε τα περί αυτού εις τον καθηγούμενον της Μονής, εζήτησεν άδειαν από αυτόν να γυρίση οπίσω εις τους γονείς του.
Και λοιπόν λαβών ευχήν από όλην την αδελφότητα, πηγαίνει αγνώριστος εις τον οίκον του πατρός του με σχήμα πτωχικόν,
και με ευτελέστατα φορέματα.
Όθεν ωσάν ένας ζήτουλας, λαβών από τον πατέρα του ολιγώτατον τόπον, έμπροσθεν της πόρτας του οίκου των, εκεί έκτισε μίαν καλύβην, και επέρνα την ζωήν του, φυλάττων εαυτόν αγνώριστον.
Και μάλιστα όταν έβλεπε τον πατέρα του και την μητέρα του, οπού επερνούσαν έμπροσθέν του με κοσμικήν φαντασίαν.
Ου μόνον δε εστενοχωρείτο ο αοίδιμος εις την μικράν εκείνην καλύβην, αλλά και το χειρότερον, επεριπαίζετο
και εσπρώχνετο από τους εδικούς του δούλους.
Αφ’ ου λοιπόν διεπέρασεν εκεί τρεις χρόνους με πολλήν εγκράτειαν και στενότητα, επρογνώρισε την προς Θεόν εκδημίαν και κοίμησίν του.
Όθεν εκάλεσε την μητέρα του, και εγνωρίσθη εις αυτήν διά μέσου του χρυσοκατασκευάστου Ευαγγελίου, το οποίον οι γονείς του εκατασκεύασαν δι’ αυτόν, όταν ήτον ακόμη παιδίον εις το σχολείον.
Και μετά την γνωριμίαν, ευθύς εκοιμήθη ο μακάριος
και απήλθε προς Κύριον.
πηγή:
Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού.
Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου