Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, έζησε τον 14ο αιώνα μ. Χ. στην Κωνσταντινούπολη.
Καταγόταν από οικογένεια αρχοντική και ευσεβή.
Ο πατέρας του Κωνσταντίνος ήταν μέλος της αυτοκρατορικής συγκλήτου, διδάσκαλος του εγγονού του Βασιλέως, αλλά και αυτού του ιδίου του Βασιλέως.
Ήταν ευλαβέστατος και είχε αδιάλειπτη νοερά προσευχή.
Συνδεόταν με αγίους ανθρώπους, ασκητές και μοναχούς και συνέδεσε μαζί τους και τα παιδιά του.
Όλη η οικογένεια εξομολογείτο στον ίδιο πνευματικό πατέρα.
Έφυγε από την πρόσκαιρη αυτή ζωή, όταν ο Γρηγόριος ήταν μόλις επτά ετών.
Όταν απέθνησκε, η σύζυγός του του είπε να παρακαλέση τον αυτοκράτορα να θέση υπό την φροντίδα του τα παιδιά τους, αλλά εκείνος απάντησε ότι θα παρακαλέση την Βασίλισσα των Ουρανών, να τα θέση Αυτή υπό την προστασία της.
Πραγματικά, η Παναγία προστάτευε τον άγιο Γρηγόριο σε όλη του την ζωή. Η προστασία ήταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Άγιος πρίν αρχίση την μελέτη του γονάτιζε τρείς φορές μπροστά στην εικόνα της και έλεγε μιά προσευχή. Όταν το έκανε αυτό μπορούσε να συγρατήση τα όσα διάβαζε. Άν όμως καμμιά φορά ξεχνούσε να κάνη την προσευχή του, τότε δεν μπορούσε να μνημονεύση και να απαγγείλη τα όσα μελετούσε. Η μητέρα του είχε και αυτή ανάλογο βίο με εκείνο, του συζύγου της.
Ο άγιος Γρηγόριος αρίστευσε στα γράμματα, γεγονός που έκανε τον αυτοκράτορα να του προτείνη σημαντική θέση στα ανάκτορα.
Αυτός όμως είχε επιθυμία για ανώτερη πνευματική ζωή και σε ηλικία δεκαοκτώ ετών έφυγε για το Άγιον Όρος.
Αγάπησε την ησυχία και ασκήθηκε στα όρια της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας. Προσευχόταν αδιάλειπτα λέγοντας:
“Κύριε Ιησού Χριστέ, φώτισόν μου το σκότος.
Υπεραγία Θεοτόκε, φώτισόν μου το σκότος”.
Παρακαλούσε να φωτισθή ο νούς, του και πραγματικά έφθασε στο φωτισμό και την θέωση. Γι’ αυτό και η θεολογία του είναι εμπειρική και όταν του δόθηκε η αφορμή την διετύπωσε.
Τήν περίοδο εκείνη ο αιρετικός Βαρλαάμ εδίδασκε ότι η ενέργειες του Θεού είναι κτιστές και ότι ο άνθρωπος είναι αδύνατον να δή τον Θεό, επειδή η ουσία του Θεού είναι αμέθεκτη.
Ότι το Θείον γίνεται καταληπτό με την λογική και γι’ αυτό οι φιλόσοφοι είναι ανώτεροι από τούς Προφήτες.
Ειρωνευόταν και υποτιμούσε τούς μοναχούς που ασκούνταν στην νοερά προσευχή.
Ο άγιος Γρηγόριος ανασκεύασε τις αιρετικές αυτές διδασκαλίες και υπέδειξε την αληθινή οδό της γνώσεως του Θεού.
Η ύπαρξη εκείνη την εποχή ενός θεόπτου Θεολόγου του πνευματικού αναστήματος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, υπήρξε μεγάλη ευλογία, γιατί χάρις σ’ αυτόν δεν αλλοιώθηκε η πίστη.
Καί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, όταν αλλοιώνεται η πίστη, τότε χάνεται ο σωστός τρόπος θεραπείας του ανθρώπου και διακυβεύεται η σωτηρία του.
Τά κυριότερα σημεία της διδασκαλίας του,
εντελώς τηλεγραφικά, είναι τα ακόλουθα:
Πρώτον, ότι οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες, όπως και η ουσία Του. Ο κτιστός άνθρωπος δεν μπορεί να μεθέξη της ουσίας του Θεού, δύναται όμως να μεθέξη των ενεργειών Του, δηλαδή μπορεί να γνωρίση τον Θεό και να δή το άκτιστον Φώς Του.
Δεύτερον, ότι η Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι εγκεφαλική, αλλά εμπειρική και δεν μπορεί να την αποκτήση κανείς μόνον με την μελέτη. Τά βιβλία σίγουρα βοηθούν, αλλά η αληθινή γνώση του Θεού είναι υπαρξιακή. Ο Θεός αποκαλύπτεται ως φώς στούς κεκαθαρμένους και “διά Πνεύματος Αγίου γνωρίζουν τον Θεό και δύνανται να ομιλούν περί Αυτού”. Οι φιλόσοφοι ομιλούν στοχαστικά μέσα από την λογική και την φαντασία και γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να είναι ανώτεροι από τούς Προφήτες, οι οποίοι βλέπουν τον Θεό και ομιλεί δι’ αυτών το Άγιον Πνεύμα.
Τρίτον, ότι ο άνθρωπος φθάνει στην θέωση, ήτοι στην θεωρία του Θεού, αφού καθαρθή η καρδιά του από τα πάθη και φωτισθή ο νούς του.
Ο τρόπος ζωής διά του οποίου φθάνει κανείς στην κάθαρση και τον φωτισμό ονομάζεται ησυχαστικός.
Μέ τον όρο ησυχία και ησυχαστική ζωή δεν νοείται απλώς το να ζή κανείς σε ήσυχο μέρος.
Μπορεί να ευρίσκεται κάποιος στον πιό ήσυχο τόπο και να μή μπορή να βρή ησυχία, επειδή τα πάθη οργιάζουν μέσα του και οι λογισμοί τον τρελλαίνουν.
Η ησυχία είναι κυρίως εσωτερική κατάσταση και ονομάζεται από τούς αγίους Πατέρας επιστήμη των λογισμών.
Η ησυχαστική ζωή είναι στην πραγματικότητα η ευαγγελική ζωή και με την καθοδήγηση διακριτικού πνευματικού πατρός μπορεί να βιωθή από όλους ανεξαιρέτως.
“Μόνον διά της ησυχίας αποκτά κανείς γνώση Θεού και γίνεται ορθόδοξος θεολόγος. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ της ορθοδόξου θεολογίας και της σχολαστικής θεολογίας”.(Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου, ο Ορθόδοξος Μοναχισμός, σελ. 116, 117).
Στήν εποχή μας, που ομοιάζει πολύ με εκείνη του αγίου Γρηγορίου, πνέει αντιησυχαστικός λίβας, και γι’ αυτό η διδασκαλία του περί του ησυχαστικού τρόπου ζωής είναι σήμερα κάτι περισσότερο από επίκαιρη.
Διά της ησυχίας ο άνθρωπος αποκτά αυτογνωσία, η οποία τον οδηγεί στην μετάνοια, την ταπείνωση και την θεογνωσία.
Ο σύγχρονος άνθρωπος αρνείται πεισματικά να έρθη αντιμέτωπος με τον εαυτό του.
Η ησυχία τον τρομάζει και γι’ αυτό μόλις βρεθεί για λίγο μόνος, ανοίγει το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση ή αποζητά την ανθρώπινη συντροφιά. Ωστόσο το πρόβλημα παραμένει.
Χωρίς την παρουσία της άκτιστης Θείας Χάριτος, η οποία δημιουργεί εσωτερική πληρότητα και νοηματοδοτεί την ζωή, ο άνθρωπος αισθάνεται αβάστακτη μοναξιά, έστω και αν περιστοιχίζεται από χιλιάδες ανθρώπους.
πηγή:Εκκλησιαστική Παρέμβαση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου