Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

Οι παρενέργειες της κρίσης. Πολίτες σε κατάσταση διπλού αδιεξόδου: Της Φωτεινής Τσαλίκογλου


Ένα απρόσκλητο, ανησυχητικά παράξενο φάντασμα έχει εισβάλει στο σπίτι μας.

Με αυτό καλούμαστε να ζήσουμε.

Για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα καλούμαστε να συνυπάρξουμε
με τη γενικευμένη κρίση.

Με μειωμένο εισόδημα, με τον φόβο της απόλυσης, την ανεργία ή με ελαστικές συνθήκες εργασίας, με δουλειές, στην καλύτερη περίπτωση, αναντίστοιχες με τις επιθυμίες ή τις σπουδές του εργαζομένου.

Σε κάθε περίπτωση η επιθυμία λογαριάζεται ως περιττή και πλεονάζουσα
(ίσως και επικίνδυνη πολυτέλεια).

Ένας συντριπτικά μεγάλος αριθμός συμπολιτών μας καλείται να ζήσει χειρότερα
απ΄ ό,τι ζει ή να ζει με τον επικείμενο ανά πάσα στιγμή φόβο
μιας «χειρότερης» ζωής.

Το «χειρότερο» για ορισμένους ισοδυναμεί, πολύ απλά, με μη ζωή.

Η επίκληση της αδυναμίας επιβίωσης στιγματίζεται ως λαϊκισμός. Το στίγμα του λαϊκισμού λειτουργεί ως ένα ωραίο άλλοθι καθώς ενεργοποιεί μια σχεδόν αυτόματη αυτολογοκρισία στην ανάδειξη των αδυσώπητων συνιστωσών της κρίσης
στη ζωή του κάθε πολίτη.

Τα μέτρα κρίθηκαν αναγκαία από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.

Μια πολιτικά ορθή και ώριμη, θα σπεύσουμε να πούμε, στάση.

Προφανώς, εδώ που φτάσαμε (ας παρακάμψουμε το πώς και το γιατί), δεν γίνεται αλλιώς. Πάνω σε αυτό το «δεν γίνεται αλλιώς», όμως, χτίζεται ένας άτυπος
ηθικός καταναγκασμός.

Ο πολίτης καλείται να πνίξει την όποια φωνή διαμαρτυρίας και να μην αντιδράσει (αφού δεν γίνεται αλλιώς) συμβάλλοντας στο κοινό καλό.

Για να αποτραπούν τα χειρότερα για τον εαυτό του αλλά και τη χώρα του, που τόσο βάναυσα γίνεται αντικείμενο «εξωγενών» κερδοσκοπικών επιθέσεων και λοιδοριών.

Σε μια τέτοια, λοιπόν, δύσκολη συγκυρία οι αντιδράσεις ηθικοποιούνται:

«Δέξου ως αναγκαία τα αναγκαία μέτρα».
Συλλογίζεται κανείς το ψυχικό κόστος μιας τέτοιας συνθήκης;

Έχω την αίσθηση ότι ανοίγει εδώ η κερκόπορτα για μια κακοποίηση
του ψυχισμού με ανυπολόγιστο ψυχικό κόστος.

Θα επιχειρήσω να σκιαγραφήσω ορισμένες από τις ενδεχόμενες
στο ψυχικό πεδίο παρενέργειες.

Το πρώτο που μου έρχεται κατά νου είναι η κατάσταση του διπλού αδιεξόδου.

Η εμπειρία ενός χαμένου παιχνιδιού. Αν αντιδράσεις, θεωρείσαι ανάλγητος, ατομικιστής, επικεντρωμένος στο δικό σου μόνο συμφέρον ή το συμφέρον της συντεχνίας σου αγνοώντας τους γύρω σου.

Στιγματίζεσαι ή χειρότερα αυτοστιγματίζεσαι ως μη πολίτης.

Αν υπομείνεις παθητικά τη λαίλαπα χωρίς να βγάλεις άχνα, θα είσαι ένας καλός και πειθαρχημένος ευσυνείδητος πολίτης, που με τη δική σου όμως συναίνεση θα έχεις ενδεχομένως οδηγηθεί στην αδυναμία επιβίωσης.

Γνωρίζουμε από την ψυχοπαθολογία πόσο σχιζοφρενιογόνες είναι οι καταστάσεις διπλού αδιέξοδου (double bind) και πόσο σημαδεύουν την ψυχική υγεία
οδηγώντας στην τρέλα.

Δεν λέω ότι θα τρελαθούμε, λέω ότι οι συνθήκες που καλούμαστε να ζήσουμε ευνοούν την τρέλα και τον ψυχικό διχασμό.

Συνθήκη επιζήμια για τον ψυχισμό είναι η αίσθηση ενός σκοτεινού πεπρωμένου, μιας αναπόφευκτης μοίρας που καλλιεργείται από παντού (δημόσιοι φορείς, μίντια).

Όμως εδώ, ως παράπλευρη απώλεια, αναπτύσσεται ένα από τα πλέον παθογόνα συναισθήματα: η ανημπόρια, η αίσθηση δηλαδή ότι ζεις μια οριακή κατάσταση στην οποία δεν μπορείς κατ΄ ουδέναν τρόπο να παρέμβεις, ότι ερήμην των επιλογών και των αναγκών σου παίζεται το παιχνίδι της ζωής σου.

Η ανημπόρια, σύμφωνα με ερευνητές του ανθρώπινου ψυχισμού, οδηγεί στην κατάθλιψη και τον ψυχικό μαρασμό.

Ο Βruno Βettelheim παραλληλίζει την εμπειρία της οριακής κατάστασης με εκείνην της αιχμαλωσίας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Η ατομική ταυτότητα θρυμματίζεται, κάθε πρωτοβουλία πέφτει στο κενό.

Ο χρόνος, ο τόπος δεν σου ανήκουν πια.

Εσύ παύεις να είσαι εσύ.

Όλα εκτυλίσσονται ερήμην σου.

Απάθεια, απομόνωση, καταθλιπτικά συμπτώματα, αδράνεια, αποξένωση από το συναίσθημά σου, τυποποιημένη γλώσσα, γενικευμένο άγχος,
ψυχοσωματικές διαταραχές.

Ιδού ορισμένα από τα συμπτώματα της ιδιότυπης αυτής ψυχικής αιχμαλωσίας.

Η θυματοποίηση, η ταύτιση με τον ρόλο του παθητικού και ανενεργού θύματος
είναι ίσως η πιο ύπουλη για τον ψυχισμό παρενέργεια.

Μια παρενέργεια εναρμονισμένη με μια νεκρόφιλη εποχή. Μια εποχή που φυσικοποιεί τη μιζέρια, την αυτολύπηση, τον φόβο για την αυριανή μέρα, το μεγάλωμα ντροπιασμένων ανθρώπων.

Οποιαδήποτε μέτρα πολιτικού σχεδιασμού σε μια κλυδωνιζόμενη από την κρίση χώρα δεν μπορεί να μη λάβουν υπόψη τους το ψυχικό κόστος
της οικονομικής κρίσης.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να πειστεί ο πολίτης, να νιώσει ότι υπάρχει από τη μεριά των κρατούντων και «ενσυναίσθηση» (empathy), ικανότητα να μπαίνεις στη θέση του άλλου, και «εναισθησία» (insight), επίγνωση του νοσηρού της κατάστασης.

Και δεν είναι προφανώς η καταγραφή συμπτωμάτων εκείνο που
αρκεί για να βοηθήσει.

Η αποστασιοποιημένη ουδετερότητα στην αντιμετώπιση της κρίσης, η επικέντρωση σε δείκτες και αριθμούς και σε καμπύλες ανάπτυξης αναπαράγουν και ενδυναμώνουν το πρόβλημα.

Δεν είναι η καταγραφή συμπτωμάτων της ψυχικής δυσανεξίας που μας χρειάζεται, δεν είναι η αξιοποίηση του ψυχικού πόνου μέσα από φαρμακευτικές εταιρείες, σκευάσματα και ενδοατομικές προσεγγίσεις.

Το τι συμβαίνει μέσα στο πάσχον υποκείμενο ποτέ άλλοτε δεν ήταν συνυφασμένο τόσο στενά με το τι συμβαίνει εκεί-έξωαπό-αυτό.

Δεν είναι η αποδοχή της θυσίας στον βωμό του μαρτυρίου που αξίζει
να προτάξουμε ως δέον.

Λύσεις μαγικές δεν υπάρχουν.

Μια αντιθυσιαστική, αντι-νεκρόφιλη εκδοχή ζωής- αυτό είναι το ζητούμενο,
ακόμη και εν μέσω κρίσης.

H Φωτεινή Τσαλίκογλου
είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

πηγή:
εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου